Πειραματική μελέτη αποκαλύπτει ότι η ανάδευση των εμφιαλωμένων νερών αυξάνει το μικροβιακό φορτίο.
Οι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο τείνουν να πιστεύουν ότι το εμφιαλωμένο μεταλλικό νερό είναι πιο ασφαλές για κατανάλωση από το νερό της βρύσης. Πόσο ασφαλές είναι όμως, και πόσο επηρεάζεται η παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών από την μετακίνηση και ανάδευσή τους; Με αυτό το θέμα ασχολήθηκαν επιστήμονες από την Ουγγαρία σε μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό water.
Τα υψηλά επίπεδα ετερότροφων βακτηρίων στο εμφιαλωμένο νερό μπορούν να οδηγήσουν σε ασθένειες, ιδιαίτερα σε ευάλωτους πληθυσμούς, όπως βρέφη, ηλικιωμένους, έγκυες γυναίκες, ανοσοκατεσταλμένα άτομα, όπως αυτά με HIV/AIDS, και άτομα που πάσχουν από COVID-19, φυματίωση ή υποσιτισμό. Και ενώ οι οξείες ασθένειες από εμφιαλωμένο νερό είναι πράγματι σπάνιες, ορισμένα κρούσματα ασθενειών έχουν συνδεθεί με την κατανάλωση εμφιαλωμένου μεταλλικού νερού: χολέρα στην Πορτογαλία από εμφιαλωμένο νερό το 1974, ξέσπασμα λοιμώξεων σε 19 νοσηλευόμενους σε μονάδα εντατική θεραπείας σε Γερμανικό πανεπιστημιακό νοσοκομείο το 2008, σαλμονελώσεις σε 46 βρέφη κάτω του ενός έτους που χρειάστηκαν νοσηλεία, στην Ισπανία το 2006.
Μία από τις βασικές πληροφορίες που αναφέρονται στη μελέτη είναι πως τα βακτήρια τείνουν να αναπτύσσονται πιο αργά σε γυάλινα μπουκάλια από ότι σε πλαστικά, όπως το τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο (PET) ή το πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC). Επίσης η ποιότητα του νερού σε χτυπημένα πλαστικά μπουκάλια, είναι 40% πιο υποβαθμισμένη σε σχέση με τα ακέραια μπουκάλια.
Μελέτες έχουν δείξει ότι ο αρχικός αριθμός μικροβίων που υπάρχουν στο νερό λίγες ημέρες μετά την εμφιάλωση μπορεί να αυξηθεί κατακόρυφα μετά από 1-3 εβδομάδες αποθήκευσης. Αυτός ο αυξημένος αριθμός αποικιών γίνεται στη συνέχεια μόνιμος για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και μετά από αποθήκευση έως και 2 ετών, η συνολική μικροβιακή περιεκτικότητα βακτηρίων του εμφιαλωμένου μεταλλικού νερού μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 10 3 CFU/cm 3.
Σύμφωνα με τους ερευνητές η δόνηση που προκαλείται από τη μεταφορά, μπορεί να προκαλέσει διάφορες φυσικοχημικές αλλαγές σε διαφορετικούς τύπους τροφίμων, όπως η μπύρα, το κρασί και το γάλα. Σε μια προηγούμενη μελέτη, η χαμηλής έντασης μηχανική ανάδευση βρέθηκε να αυξάνει τον ειδικό ρυθμό ανάπτυξης των μικροβίων σε φρεσκοεμφιαλωμένο φυσικό μεταλλικό νερό. Κατά την εξέταση της μικροβιολογικής κατάστασης του φρεσκοεμφιαλωμένου μεταλλικού νερού με παραδοσιακή μέθοδο, η υψηλής έντασης ανακίνηση είχε ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση του ειδικού ρυθμού ανάπτυξης των μικροβίων, γεγονός που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υγεία.
Στόχος και αυτής της έρευνας ήταν η διερεύνηση της πιθανής συσχέτισης μεταξύ της έντασης ανάδευσης και του αριθμού των ανιχνεύσιμων μικροοργανισμών στο εμφιαλωμένο μεταλλικό νερό.
Επίδραση Συνθηκών Προσομοίωσης Μεταφοράς στις Μικροβιολογικές Ιδιότητες Εμφιαλωμένου Φυσικού Μεταλλικού Νερού
Σε αυτή τη μελέτη, χρησιμοποιήθηκαν δύο μήτρες μοντέλων ως εξής: (1) φρέσκο εμφιαλωμένο μη ανθρακούχο φυσικό μεταλλικό νερό που προέρχεται από μια μονάδα εμφιάλωσης που βρίσκεται στη βορειοδυτική Ουγγαρία και (2) τρεις διαφορετικοί τύποι μη ανθρακούχου φυσικού μάρκες μεταλλικού νερού που αγοράστηκαν από διάφορες τοποθεσίες και ώρες εμφιάλωσης εντός της Ουγγαρίας. Η υπόθεση ήταν ότι η υποβολή αυτών των διαφορετικών μεταλλικών νερών, τα οποία έχουν ποικίλες ιδιότητες περιεκτικότητας, σε μια ορισμένη ένταση επιταχυνόμενης χρονικά μηχανικής κρούσης δεν θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές διαφορές στο μικροβίωμα τους. Αλλά η υπόθεση αυτή τελικά, ήταν λάθος.
Το φρέσκο εμφιαλωμένο φυσικό μεταλλικό νερό και οι εμπορικά διαθέσιμες μάρκες μεταλλικού νερού από διαφορετικές τοποθεσίες και ώρες εμφιάλωσης υποβλήθηκαν σε τυχαία δόνηση σε τρεις εντάσεις, όπως ορίζεται από το πρότυπο ASTM D-4169-16, το οποίο προσομοιώνει την οδική μεταφορά σε ημιρυμουλκούμενα φορτηγά. Η μελέτη διερεύνησε τον ειδικό ρυθμό ανάπτυξης (ρυθμός με τον οποίο αυξάνεται ο μικροβιακός πληθυσμός με την πάροδο του χρόνου), τον χρόνο δημιουργίας και τον μέγιστο αριθμό κυττάρων των μικροοργανισμών.
Και πράγματι η ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η μικροβιακή ανάπτυξη σε δείγματα ελέγχου που δεν υποβλήθηκαν σε ανακίνηση ήταν πιο αργή από ότι σε δείγματα που εκτέθηκαν σε μηχανική ανάδευση, με σημαντική διαφορά ( p < 0,05) να παρατηρείται τόσο σε χαμηλές όσο και σε υψηλές εντάσεις ανάδευσης. Κατά τη διάρκεια της εκθετικής φάσης, ο αριθμός των μικροβίων που ελήφθησαν ήταν κατά μισή τάξη μεγέθους υψηλότερος σε ανάδευση χαμηλής έντασης και κατά μία τάξη μεγέθους υψηλότερος σε ανάδευση υψηλής έντασης σε σύγκριση με τον αρχικό αριθμό βακτηρίων.
Στην περίπτωση των νερών από διαφορετικές τοποθεσίες και ώρες εμφιάλωσης, ο ειδικός ρυθμός ανάπτυξης διέφερε σημαντικά για κάθε νερό και για κάθε ένταση. Αυτό το εύρημα καταδεικνύει ότι η σύνθεση μικροβιώματος της πηγής νερού και η αλληλεπίδραση μεταξύ των μικροβίων επηρεάζουν την απόκριση στη μηχανική κρούση. Η συσχέτιση μεταξύ της έντασης της δόνησης και της μικροβιακής ανάπτυξης διερευνήθηκε επίσης σε κάθε δείγμα.
Τα αποτελέσματα έδειξαν σημαντική διαφορά ( p < 0,05) στον ειδικό ρυθμό ανάπτυξης μικροβίων σε κάθε ένταση σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις. Οι ερευνητές υποστήριξαν καταλήγοντας, ότι θα άξιζε τον κόπο να επεκταθεί αυτή η έρευνα για την παρακολούθηση της μικροβιολογικής κατάστασης άλλων υγρών τροφίμων, όπως η μπύρα, το κρασί και το γάλα, που είναι ευαίσθητα σε φυσικοχημικές αλλαγές κατά τη μεταφορά που μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα του προϊόντος.
cibum.gr
www.pexels.com
Αντιγράψτε και επικολλήστε αυτόν τον σύνδεσμο στον WordPress ιστότοπο για ενσωμάτωση
Αντιγράψτε και επικολλήστε αυτόν τον κώδικα στον ιστότοπό σας για να ενσωματωθεί